Τέταρτη Κυριακή των Νηστειών σήμερα, αγαπητοί, και μνήμη του οσίου πατρός ημών Ιωάννου του Σιναΐτου, συγγραφέως της Κλίμακος. Ανεβαίνομε σιγά-σιγά προς τη Μεγάλη Παρασκευή και την Κυριακή του Πάσχα και η Εκκλησία μάς προετοιμάζει, όπως προετοίμαζε και ο Ιησούς Χριστός τους μαθητάς και Αποστόλους για το εκούσιον πάθος.
Το ιερό Ευαγγέλιο -εκ του κατά Μάρκον, κεφ. θ', 17-31- μας μεταφέρει στα ριζά του όρους Θαβώρ. Ο Ιησούς, με τους τρεις γνωστούς μαθητάς Του, είχε ανέβει στο όρος, όπου μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών και είδαν, καθώς μπορούσαν, τη δόξα της θεϊκής Του μορφής, για να πάρουν δύναμη και να έχουν θάρρος και κατά την ώραν του πάθους Του.
Κατέβηκαν από το όρος και βρήκαν τους υπόλοιπους με κόσμο πολύ και με έναν άρρωστο, έναν δαιμονισμένο, του οποίου ο πατέρας ήρθε στον Ιησού, αφού οι Απόστολοι δεν μπόρεσαν να βγάλουν το δαιμόνιο, και Του παραπονέθηκε. Ο Ιησούς δεν στενοχωρήθηκε και ονόμασε όλους «γενεά άπιστη». Και στενοχωρήθηκε που ήταν ανάμεσα σε απίστους, σε ανθρώπους δηλαδή που δεν Του είχαν εμπιστοσύνη και σε άλλους που δεν Τον καταλάβαιναν. Και ο πατέρας φώναξε και είπε: «Δεν μπόρεσαν οι Απόστολοι να τον κάνουν καλά. Εσύ, αν μπορείς, κάμε κάτι».
Η προσευχή, γιατί κι αυτό που έκαμε ο πατέρας προσευχή ήταν, ανίσχυρη βέβαια και δειλή, κάνει μεγάλο καλό στον άνθρωπο πάντοτε και ιδιαίτερα όταν αντιμετωπίζει μεγάλες δυκαι ιδιαίτερα όταν αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες και προβλήματα.
Και η δική μας ζωή σήμερα έχει δυσκολέψει πάρα πολύ, και έχουμε ανάγκη από την παρουσία του Θεού, από την αγάπη και την προστασία Του. Και παίρνομε τη δύναμη του Θεού μέσω της προσευχής, αλλά και μέσω της νηστείας, ιδιαίτερα τώρα, την Αγία και Μεγάλη Σαρακοστή.
Γιατί με την προσευχή ανεβαίνουμε στον Κύριο και αφήνουμε κάθε βιοτική μέριμνα εδώ. Με τη νηστεία, δε, γίνεται και το σώμα μας ανάλαφρο και ανεβαίνει και κείνο, έρχεται από κοντά, γίνεται πνευματικό, και γλιτώνει από αρρώστιες, βάσανα και πολλά άλλα. Η Εκκλησία που την όρισε ήταν πάνσοφη - και από ιατρικής και από επιστημονικής απόψεως.
Ο Χριστός στη συνέχεια νοιάστηκε για τον άρρωστο. Ρώτησε πόσον καιρό υποφέρει. Και ο πατέρας του απάντησε: «Από παιδί. Κι αν μπορείς, κάνε κάτι». Ο δε Ιησούς του λέει: «Αν έχεις εσύ πίστη, εγώ όλα τα μπορώ». Στη συνέχεια, αφού είδε να έρχεται κόσμος, και επειδή του Χριστού δεν του αρέσει η ματαιοδοξία και η επίδειξη, διέταξε το δαιμόνιο να βγει. Κι ας λένε κάποιοι πως δεν υπάρχει δαιμόνιο και πως ο δαίμονας είναι φιλοσοφική εξήγηση του κακού. Μακάρι να ήταν έτσι. Υπάρχει και παραϋπάρχει και μας βασανίζει, και μόνο ο Χριστός και η Εκκλησία μπορούν να μας ελευθερώσουν απ' αυτό. Διέταξε, λοιπόν, το δαιμόνιο να βγει. Και κείνο, αφού φώναξε δυνατά και σπάραξε και δυσκόλεψε τον κάτοχό του, βγήκε. Και το παιδάκι έπεσε κάτω και πολλοί νόμιζαν πως πέθανε. Ο δε Ιησούς το πήρε από το χέρι, το σήκωσε και το παρέδωσε στον πατέρα του. Αυτό κάνει ο Ιησούς. Με την προσευχή και τη νηστεία τού δίνουμε το χέρι μας, μας δίνει κι Αυτός το δικό Του, και έτσι δημιουργούμε σχέση, αποκτούμε επικοινωνία και έχουμε δύναμη.
Η νεολαία μας σήμερα δαιμονίζεται, σπαράζει και πέφτει κάτω, πολλές φορές πεθαίνει στην κυριολεξία. Μονάχα ο Χριστός και η Αγία Εκκλησία μπορούν να βοηθήσουν. Στο τέλος οι Απόστολοι ρώτησαν τον Χριστό, αφού τον προσέγγισαν κατ' ιδίαν, γιατί δεν μπόρεσαν εκείνοι να βγάλουν το δαιμόνιο. Και ο Κύριος δεν τους μάλωσε για την απιστία και τη δυσκολία. Ο Ιησούς δεν μαλώνει, εμείς μαλώνουμε, αλλά τους είπε ότι αυτό το είδος των δαιμόνων δεν βγαίνει με κανέναν άλλον τρόπο παρά μονάχα με προσευχή και νηστεία.
Προσευχή και νηστεία, λοιπόν, είναι τα δύο πανίσχυρα όπλα στη ζωή μας.
Τελειώνοντας το Ευαγγέλιο, ο Ιησούς έκανε πάλι δεύτερη προαναγγελία του πάθους Του και τους είπε πως θα σταυρωθεί, θα παραδοθεί στα χέρια των ανθρώπων. Οχι στα χέρια των δαιμόνων που είναι κάκιστοι. Στα χέρια ανθρώπων που ευεργέτησε, οι οποίοι θα Τον φονεύσουν, αλλά θα αναστηθεί την τρίτη μέρα. Τους προαναγγέλλει την Ανάσταση για να πάρουν θάρρος. Πάντα ο Χριστός, όταν έχουμε ένα πρόβλημα και είμαστε σταυρωμένοι, μας ανοίγει ένα παράθυρο να ιδούμε προς το μέλλον, το αισιόδοξο μέλλον, προς το φως και την Ανάσταση.
Του αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη (Το κήρυγμα της Κυριακής)